Ο Ξενοφών Ζολώτας ήταν, χωρίς υπερβολή, ένας από τους πιο χαρισματικούς Έλληνες του 20ού αιώνα.

Οικονομολόγος, πανεπιστημιακός καθηγητής και ακαδημαϊκός, που διετέλεσε διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος και πολιτικός που διατέλεσε υπουργός και ως εξωκοινοβουλευτικός ήταν ο 88ος πρωθυπουργός, 6ος της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας, επικεφαλής οικουμενικής κυβερνήσεως συνασπισμού κομμάτων

Γεννήθηκε στις 26 Απριλίου 1904 στην Αθήνα, όπου και πέθανε στις 10 Ιουνίου 2004, από πολυοργανική ανεπάρκεια. Η κηδεία του έγινε στις 12 το μεσημέρι της 12ης Ιουνίου από τον Ιερό Ναό Αγίων Θεοδώρων του Α΄ Κοιμητηρίου Αθηνών και του αποδόθηκαν τιμές πρωθυπουργού εν ενεργεία, ενώ τάφηκε στο Α’ νεκροταφείο Αθηνών.

Παντρεύτηκε το 1958 με την Καλλιρρόη, [Λόλα], Ρίτσου-Ζολώτα, Ελληνικής καταγωγής αμερικανίδα πολίτη, και ο γάμος τους έγινε από τον Ορθόδοξο Πατριάρχη Ελβετίας στη Λοζάνη, με την οποία κατοικούσαν σε νεοκλασικό σπίτι στην οδό Διονυσίου Αρεοπαγίτου στην Αθήνα.

Ο Ξενοφών Ζολώτας με τη σύζυγό του Λόλα τη δεκαετία του ΄80

Βιογραφία

Στη νεοκλασική Αθήνα του 1895, κοντά στις παρυφές της Ακρόπολης, στην οδό Αιόλου, ο 21χρονος Ευθύμιος Ζολώταςγιος εμπόρου από τη Σπερχειάδα βάζει το πρώτο λιθάρι αυτού που σύντομα πρόκειται να γίνει ο ιστορικότερος οίκος κοσμηματοποιίας της Ελλάδας. Επιστρέφοντας από μια λαμπρή μαθητεία στα σημαντικότερα ατελιέ του Παρισιού, ο Ευθύμιος Ζολώτας έχει αποκομίσει μια εμπειρία ανάλογη του ταλέντου και της φιλοδοξίας του.  Το όραμά του: να δημιουργήσει έναν νέο ελληνικό οίκο που να υποδέχεται και να εξυπηρετεί με κύρος το αθηναϊκό κοινό, προσφέροντάς του κομψοτεχνήματα ευρωπαϊκών απαιτήσεων. Ο οίκος Zolotas γοητεύει αμέσως την υψηλή κοινωνία της Αθήνας που, με το εκλεκτικό της γούστο, αγκαλιάζει το ιστορικό πρώτο κατάστημα της οδού Αιόλου.

Η άμεση αυτή επιτυχία συνοδεύεται από την υλοποίηση ενός ευρύτερου σχεδιασμού. Ο Ευθύμιος Ζολώτας προσθέτει στο κατάστημά του τα ίδια τα ατελιέ κατασκευής, στα οποία και συγκεντρώνει κατάλληλα ειδικευμένους τεχνίτες. Καταρτίζοντάς τους μέσα από τη δική του εμπειρία, δημιουργεί μια πραγματική σχολή μαθητείας που σύντομα επιτυγχάνει τις καλύτερες επιδόσεις της εποχής με ένα ιδιαίτερο αυθεντικό στυλ.
To 1904 παντρεύεται την Κωνσταντίνα Ζαφειρίου, μια νεαρή πολυμαθή γυναίκα, με την οποία αποκτά ένα γιο το 1905, τον Ξενοφώντα Ζολώτα, που θα συνεχίσει επάξια το όνειρο του πατέρα του.

Ο Ξενοφών Ζολώτας με τη μητέρα του Κωνσταντίνα

Ο Ξενοφών Ζολώτας σε νηπιακή ηλικία 1908

Ο Ξενοφών Ζολώτας με τον πατέρα του Ευθύμιο και τη μητέρα του Κωνσταντίνα

Η επιθυμία της Κωνσταντίνας Ζολώτα να κατευθύνει το γιο της προς την πολυμάθεια και την επιστημοσύνη θα νικήσει την επιθυμία του Ευθύμιου Ζολώτα να μεταλαμπαδεύσει την τέχνη του στον μονάκριβο γιο τους

Ο Ξενοφώντας, παρακολούθησε τις εγκύκλιες και μέσες σπουδές στη Ριζάρειο σχολή και στη συνέχεια με την επιμονή της μητέρας του και παρά τα αντίθετα σχέδια του πατέρα του που ήθελε να μάθει την τέχνη της χρυσοχοΐας, σπούδασε στη Νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, από την οποία δεν αποφοίτησε καθώς συνέχισε με οικονομικές σπουδές στην Εμπορική Σχολή της Λειψίας, όπου αναγορεύτηκε διδάκτορας το 1926 με θέμα της διατριβής του «Η Ελλάς εις το στάδιον της εκβιομηχανίσεως», με καθηγητές τον Λούντβιχ Πόλε, [Ludwig Pohle], και τον Σουηδό οικονομολόγο Γκούσταβ Κάσσελ, [Gustav Cassel]. Συνέχισε με σπουδές για δύο χρόνια, στις Πολιτικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο των Παρισίων, όπου είχε καθηγητές τους Jean Lescure, Albert Aftalion και Gaston Gèze, ενώ συνέχισε τις σπουδές του στο London School of Economics, όπου γνωρίστηκε με τον καθηγητή Lionel Robbins.

Επαγγελματική διαδρομή

Το 1928 εκλέχτηκε υφηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και τον Απρίλιο του ίδιου χρόνου εκλέχτηκε τακτικός καθηγητής της Πολιτικής Οικονομίας στο νεοϊδρυθέν τότε Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, όπου παρέμεινε τρία χρόνια και το 1931 εκλέχθηκε τακτικός καθηγητής στην αντίστοιχη έδρα της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου παρέμεινε ως το 1968, οπότε και απομακρύνθηκε από το καθεστώς της 21ης Απριλίου, που είχε επικρατήσει ένα χρόνο νωρίτερα. Ενδιαμέσως είχε αρνηθεί την πρόταση του Ελευθερίου Βενιζέλου να αναλάβει τη Γενική Γραμματεία του Ανωτάτου Οικονομικού Συμβουλίου, η οποία ιδρύθηκε με σκοπό τον προγραμματισμό της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.

Το 1931 ανέλαβε την έκδοση του περιοδικού «Επιθεώρησις Κοινωνικής και Δημόσιας Οικονομικής» και από το 1947 έως το 1967, του περιοδικού «Ελληνική Επιθεώρηση Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών» και το 1932 διατέλεσε μέλος του Ανωτάτου Οικονομικού Συμβουλίου. Στη διάρκεια της Κατοχής της Ελλάδος από τις δυνάμεις του Άξονα, συμμετείχε στην Εταιρεία Σοσιαλιστικών Μελετών, όπου γνωρίστηκε με τον Γεώργιο Παπανδρέου. Την περίοδο 1934-39 ήταν επικεφαλής της Ελληνικής Αντιπροσωπείας στο Οικονομικό Συμβούλιο της Βαλκανικής Συνεννοήσεως, από το 1936 έως το 1939 ήταν πρόεδρος του Δ.Σ. της Αγροτικής Τράπεζας και την περίοδο από τις 19 Οκτωβρίου 1944 έως τις 8 Ιανουαρίου 1945 ήταν συνδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος. Το 1964 διατέλεσε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της UNRRA, ενώ τις περιόδους 1946-47 καθώς και από το 1974 έως το 1981 ήταν διοικητής για την Ελλάδα στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας τις περιόδους από το Φεβρουάριο του 1955 έως τον Αύγουστο του 1967 και από το τέλος του 1974 έως το τέλος του 1981, ενώ ανακηρύχθηκε επίτιμος διοικητής, ένας από τους τρεις στους οποίους αποδόθηκε ο τιμητικός τίτλος, οι άλλοι δύο είναι ο Λουκάς Παπαδήμος, που κι αυτός διατέλεσε πρωθυπουργός και ο Νικόλαος Γκαργκάνας.

Διατέλεσε μέλος της Ελληνικής Αντιπροσωπείας στα Ηνωμένα Έθνη από το 1948 έως το 1953, αντιπρόσωπος της Ελλάδας στην Οικονομική Επιτροπή της Ευρώπης από το 1949 έως το 1953), μέλος της Διεθνούς Εταιρίας Οικονομικών Επιστημών από το 1950 και από το 1980 ανακηρύχθηκε επίτιμος πρόεδρός της, ενώ από το 1950 έως το 1955 ήταν μέλος της Νομισματικής Επιτροπής. Ως διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, συνεισέφερε στη Συμφωνία Σύνδεσης Ελλάδας-ΕΟΚ το 1962, σύμφωνα με την οποία η χώρα κατέστη το πρώτο συνδεδεμένο κράτος με την κοινότητα. Είναι ο εισηγητής του συστήματος των πιστώσεων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου καθώς και ο εισηγητής της αντικαταστάσεως το 1973, του κανόνα του χρυσού από ένα σύστημα χρησιμοποίησης των ισοτιμιών των σημαντικότερων νομισμάτων. Ήταν, επίσης, μέλος της Επιτροπής των «Τεσσάρων Σοφών» για την αναδιοργάνωση του Οργανισμού Ευρωπαϊκής Οικονομικής Συνεργασίας, [Ο.Ε.Ο.Σ.], και τη μετατροπή του σε Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανασυγκροτήσεως, [Ο.Ο.Σ.Α.], ενώ από το 1986 ήταν μέλος της Επιτροπής για τη Νομισματική Ένωση της Ευρώπης. Το 1952 εκλέχθηκε τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών στην έδρα των Οικονομικών Επιστημών. Την περίοδο από το 1968 έως το 1974, ο Ζολώτας ασχολήθηκε με μελέτες και ταξίδεψε στο εξωτερικό, δίχως να αναμιχθεί σε ενέργειες που θα στρέφονταν εναντίον του καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967 και του αρχηγού της.

Ο Ξενοφών Ζολώτας σε συνεδρίαση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Δίπλα του
ο Λάμπρος Ευταξίας, στενός συνεργάτης του Κωνσταντίνου Καραμανλή, Ουάσινγκτον,
Σεπτέμβριος 1962

Επιχειρηματική δραστηριότητα

Παράλληλα με τις Ακαδημαϊκές, Οικονομολογικές και Πανεπιστημιακές του ενασχολήσεις, φρόντισε για την ανάπτυξη της οικογενειακής επιχειρήσεως , την οποία κληρονόμησε από τον πατέρα του και μετέτρεψε σε επωνυμία με διεθνή αναγνώριση και καταξίωση. Το 1957, ο Ηλίας Λαλαούνης, πρώτος εξάδελφος του, διευθυντής και μέτοχος σε ποσοστό 25% στην επιχείρηση, παρουσίασε για πρώτη φορά σχέδια κοσμημάτων εμπνευσμένα από τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Ο Ξενοφώντας Ζολώτας θεώρησε επικίνδυνους νεωτερισμούς τις ενέργειες του, καθώς πίστευε πως δεν θα υπήρχε αγοραστικό κοινό τα κοσμήματα. Το 1968 αποχώρησε από την επιχείρηση Ζολώτα ο Ηλία Λαλαούνης και το 1970, ο Ζολώτας επέκτεινε τις εμπορικές του δραστηριότητες στο εξωτερικό, εξέλιξε τις συλλογές κοσμημάτων Zolotas, με την αναβίωση του Αρχαίου Ελληνικού Κοσμήματος και συνεργάστηκε με δημιουργούς, όπως η Παλόμα Πικάσο, η Claude Lalanne και ο Ronald Mcnamer -διάσημος Αμερικανός σχεδιαστής κοσμημάτων- ο οποίος δημιούργησε κοσμήματα σε χρυσό 22 καρατίων για τον οίκο Zolotas.

Πολιτική δράση

Μετά την Τουρκική εισβολή στην Κύπρο στις 23 Ιουλίου 1974, σε συνεννόηση με τους αρχηγούς Σωμάτων των Ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, ο Φαίδωνας Γκιζίκης, τότε πρόεδρος της Δημοκρατίας, συγκάλεσε συμβούλιο στο Πολιτικό του Γραφείο στις 2 το μεσημέρι. Στη συνάντηση παραβρέθηκε ο Ξενοφών Ζολώτας καθώς και οι πολιτικοί Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Γεώργιος Μαύρος, Στέφανος Στεφανόπουλος, Γεώργιος Αθανασιάδης-Νόβας, Σπυρίδων Μαρκεζίνης, Πέτρος Γαρουφαλιάς και Ευάγγελος Αβέρωφ-Τοσίτσας. Επίσης, πήραν μέρος οι τότε, αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων στρατηγός Γρηγόριος Μπονάνος, αρχηγός Στρατού αντιστράτηγος Δημήτριος Γαλατσάνος, αρχηγός του Ναυτικού αντιναύαρχος Πέτρος Αραπάκης και ο αρχηγός Αεροπορίας Αλέξανδρος Παπανικολάου. Στη σύσκεψη αρχικά αποφασίστηκε να ανατεθεί ο σχηματισμός κυβερνήσεως στους Παναγιώτη Κανελλόπουλο και Γεώργιο Μαύρο, όμως με τη μεσολάβηση του Ευάγγελου Αβέρωφ-Τόσιτσα, αποφασίστηκε η επαφή με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, που κλήθηκε και επέστρεψε από το Παρίσι, όπου ήταν αυτοεξόριστος.
Υπουργός
Ανέλαβε υπουργός Συντονισμού,
στην Οικουμενική κυβέρνηση του Δημητρίου Κιουσόπουλου, το 1952,
στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Κωνσταντίνου Καραμανλή, του οποίου ήταν στενός συνεργάτης για δεκαετίες, το 1974.
Πρωθυπουργός
Η συγκυβέρνηση έληξε στις 7 Οκτωβρίου, ολοκληρώνοντας τις δικαστικές παραπομπές του Ανδρέα Παπανδρέου και των υπουργών του, όμως στις 5 Νοεμβρίου 1989 που έγινα εκλογές, δεν προέκυψε αυτοδύναμη κυβέρνηση και μετά τις αποτυχημένες διερευνητικές επαφές, δόθηκε εντολή για σχηματισμό οικουμενικής κυβερνήσεως στον Ξενοφώντα Ζολώτα. Για την επιλογή του συμφώνησαν οι πολιτικοί αρχηγοί, Κώστας Μητσοτάκης, Ανδρέας Παπανδρέου και Χαρίλαος Φλωράκης, ενώ η κυβέρνηση του διέθετε την υποστήριξη τριών κομμάτων, που διέθεταν την ακόλουθη κοινοβουλευτική δύναμη, Νέα Δημοκρατία 148 έδρες, ΠΑΣΟΚ 128 έδρες και Συνασπισμός 21 έδρες. Στις 23 Νοεμβρίου 1989 ορκίστηκε πρωθυπουργός [3] στην οικουμενική κυβέρνηση μετά τις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου του ίδιου χρόνου και την αποτυχία του κόμματος Νέα Δημοκρατία να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση.
Διαδέχθηκε στη θέση του πρωθυπουργού το δικαστικό Ιωάννη Γρίβα και διατηρήθηκε ως Οικουμενικός πρωθυπουργός έως τις 13 Φεβρουαρίου 1990, όταν τα κόμματα απέσυραν τα στελέχη τους και συνέχισε με υπηρεσιακούς υπουργούς έως τις εκλογές της 8ης Απριλίου 1990. Ως πρωθυπουργός αντιμετώπισε τον κίνδυνο της στάσεως πληρωμών και της κηρύξεως της Ελλάδος σε χρεοκοπία, καθώς δεν επαρκούσαν τα χρήματα για την πληρωμή μισθών και συντάξεων. Παραιτήθηκε στις 11 Απριλίου 1990 και στη θέση του πρωθυπουργού, τον διαδέχθηκε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης που, έχοντας αποσπάσει 150 έδρες στο Κοινοβούλιο, σχημάτισε κυβέρνηση με την σύμπραξη, που στη συνέχεια έγινε προσχώρηση, του Θεόδωρου Κατσίκη, βουλευτή υπολοίπου Αττικής με το κόμμα Δημοκρατική Ανανέωση του Κωστή Στεφανόπουλου.
Εργογραφία

Έγραψε και εκφώνησε δύο λόγους στις 26 Σεπτεμβρίου 1957 στην 12η ετήσια συνεδρίαση της Παγκόσμιας Τράπεζας στη Νέα Υόρκη, όπου παραβρέθηκε ως Διοικητής της Τράπεζας Ελλάδος και στις 2 Οκτωβρίου 1959 [4], ως διευθυντής της Τράπεζας της Ελλάδος και διαχειριστής του ελληνικού Δημοσίου Χρέους, στην Ουάσιγκτον. Οι λόγοι του έγιναν πρωτοσέλιδο στην «Washington Post» και στους «New York Times» και μνημονεύονται ως ιστορικοί, καθώς στο κείμενο τους το οποίο είναι γραμμένο στην αγγλική γλώσσα, ο Ζολώτας χρησιμοποιεί σχεδόν αποκλειστικά ελληνικές λέξεις που αποτελούν δάνειες της ελληνικής προς την αγγλική γλώσσα.

Ο λόγος του έτους 1957 έχει ως εξής:
«Kyrie,
I eulogize the archons of the Panethnic Numismatic Thesaurus and the Oecumenical Trapeza for the orthodoxy of their axioms methods and policies, although there is an episode of cacophony of the Trapeza with Hellas. With enthusiasm we dialogue and synagonize at the synods of our didymous Organizations in which polymorphous economic ideas and dogmas are analyzed and syntherized. Our critical problems such as the numismatic plethora generate some agony and melancholy. This phenomenon is charateristic of our epoch. But, to my thesis we have the dynamism to program therepeutic practices as a prophylaxis from chaos and catastrophe. In parallel a panethnic unhypocritical economic synergy and harmonization in a democratic climate is basic. I apologize for my eccentric monologue. I emphasize my eucharistia to your Kyrie to the eugenic and generous American Ethnos and to the organizers and protagonists of this Ampitctyony and the gastronomic symposia».
Ο λόγος του έτους 1959 έχει ως εξής:
«Kyrie,
It is Zeus’ anathema on our epoch for the dynamism of our economies and the heresy of our economic methods and policies that we should agonize the Scylla of numismatic plethora and the Charybdis of economic anaemia. It is not my idiosyncrasy to be ironic or sarcastic, but my diagnosis would be that politicians are rather cryptoplethorists. Although they emphatically stigmatize numismatic plethora, they energize it through their tactics and practices. Our policies have to be based more on economic and less on political criteria. Our gnomon has to be a metron between political, strategic and philanthropic scopes. Political magic has always been anti-economic. In an epoch characterized by monopolies, oligopolies, monopsonies, monopolistic antagonism and polymorphous inelasticities, our policies have to be more orthological. But this should not be metamorphosed into plethorophobia, which is endemic among academic economists. Numismatic symmetry should not hyper-antagonize economic acme. A greater harmonization between the practices of the economic and numismatic archons is basic. Parallel to this, we have to synchronize and harmonize more and more our economic and numismatic policies panethnically. These scopes are more practicable now, when the prognostics of the political and economic barometer are halcyonic. The history of our didymus organizations in this sphere has been didactic and their gnostic practices will always be a tonic to the polyonymous and idiomorphous ethnical economies. The genesis of the programmed organization will dynamize these policies. Therefore, I sympathize, although not without criticism on one or two themes, with the apostles and the hierarchy of our organs in their zeal to program orthodox economic and numismatic policies, although I have some logomachy with them. I apologize for having tyrannized you with my Hellenic phraseology. In my epilogue, I emphasize my eulogy to the philoxenous autochthons of this cosmopolitan metropolis and my encomium to you, Kyrie, and the stenographers.»
Έγραψε και δημοσίευσε πλήθος έργων κυρίως οικονομικού περιεχομένου, πολλά από τα οποία έχουν μεταφραστεί σε ξένες γλώσσες. Μεατξύ τους περιλαμβάνονται,
«Η Ελλάς εις το στάδιον της εκβιομηχανίσεως», το 1926, που ήταν και το θέμα της διδακτορικής του διατριβής,
«Η ποσοτική θεωρία του χρήματος και οι διακυμάνσεις των τιμών», το 1927,
«Αι συναλλαγματικαί θεωρίαι», το 1927,
«Νομισματικά και συναλλαγματικά φαινόμενα εν Ελλάδι 1910-1927», το 1928,
«Αι νεώτεραι τάσεις της Θεωρητικής Κοινωνικής Οικονομικής», το 1929,
«Νομισματική σταθεροποίησις», το 1929,
«La questiode l’ or et le probleme monetaire», το 1938,
«Θεωρητική Οικονομική», το 1942,
«Δημιουργικός Σοσιαλισμός» [5], το 1944, από την εκδοτική σειρά «Σοσιαλιστικαί μελέται»,
«Ανασυγκρότησις και βιωσιμότης», το 1948,
«Νομισματικόν πρόβλημα και ελληνική οικονομία», το 1950,
«Αι πληθωρικαί πιέσεις εις την ελληνικήν οικονομίαν», το 1951,
«Η μεταμόρφωσις της κεφαλαιοκρατίας», το 1953,
«Monetary stability and economic development», το 1958,
«The role of the banks ia developing country», το 1963,
«Monetary equilibrium and economic development», το 1965,
«The gold trap and the dollar», το 1968,
«From anarchy to international monetary order», το 1973,
«Νόμισμα και οικονομία-Το πρόβλημα της ισορροπίας», το 1973,
«The energy problem iGreece», 1975,
«The positive contributioof Greece to the EuropeaCommunity», το 1978,
«The dollar crisis and other papers», το 1979,
«Economic Growth and declining Social Welfare», το 1981,
«Οικονομική Μεγέθυνση και Φθίνουσα Κοινωνική Ευημερία», το 1982.
Στο βιβλίο, προφητικά, επισημαίνει ότι, οι «….κοινωνίες της αφθονίας, όπου η χωρίς ποιοτικές προδιαγραφές συνεχιζόμενη οικονομική μεγέθυνση οδηγεί όχι μόνο σε ταχύτερη εξάντληση των φυσικών πόρων, αλλά και σε μια γενική υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος, σε αλλοτρίωση του ατόμου και σε κάθετη άνοδο του κοινωνικού κόστους…».
«Νομισματικές και οικονομικές μελέτες 1945-1996», το 1997, δίτομο έργο, εκδόσεις «Τράπεζα της Ελλάδος»,
«Monetary and Economic Essays 1961-1991», το 1997 εκδόσεις «Τράπεζα της Ελλάδος»,
«Δημιουργικός σοσιαλισμός, το 2009, Εκδόσεις «Σάκκουλα» Α.Ε.

 

Από admin